Μέχρι τον 17ο αιώνα η νοητική υστέρηση παρομοιαζόταν με ψυχική νόσο και την αντιμετώπιζαν με λανθασμένο τρόπο. Μετά τον 19ο αιώνα ξεκίνησαν συστηματικές προσπάθειες έρευνας και σωστής αντιμετώπισης της νοητικής υστέρησης και έγιναν σημαντικά βήματα τόσο για την κατανόηση τής όσο και για την αποτελεσματική θεραπευτική παρέμβαση.
Σύμφωνα με τον Αμερικανικό Σύνδεσμο Νοητικής Καθυστέρησης (1983) (ΑΑΜR), η νοητική υστέρηση αναφέρεται ως μια σημαντική, κάτω από το μέσο όρο γενική νοητική λειτουργία, δηλαδή δείκτη νοημοσύνης κάτω του 70 – ο μέσος όρος νοημοσύνης είναι το 100. Το διαγνωστικό εγχειρίδιο DSM IV αναφέρει την νοητική υστέρηση ως «Διανοητική αναπηρία (πνευματική αναπτυξιακή διαταραχή)». Η μειωμένη νοητική λειτουργία συνοδεύεται από ανεπάρκειες στην προσαρμοστική συμπεριφορά, πιο συγκεκριμένα υπάρχει ανωριμότητα κινητικών και αντιληπτικών ικανοτήτων, δυσκολία στην αυτοεξυπηρέτηση, τη μάθηση, την επικοινωνία, την προστασία της υγείας και την κοινωνική ένταξη. Η νοητική υστέρηση είναι εμφανής έως τα 16η έτη της ηλικίας του παιδιού.
Χαρακτηριστικά
Η νοητική υστέρηση χωρίζεται σε πέντε κατηγορίες, πιο συγκεκριμένα:
- Ελαφρά νοητική καθυστέρηση, με δείκτη νοημοσύνης 50 έως 69
- Μέτρια νοητική καθυστέρηση, με δείκτη νοημοσύνης 35 έως 49
- Σοβαρή νοητική καθυστέρηση, με δείκτη νοημοσύνης 20 έως 34
- Βαριά νοητική καθυστέρηση, με δείκτη νοημοσύνης κάτω από 20
- Απροσδιόριστη νοητική καθυστέρηση, όταν υπάρχει ισχυρή υπόθεση για ύπαρξη νοητικής καθυστέρησης, αλλά η νοημοσύνη του ατόμου δε μπορεί να μετρηθεί με τα σταθμισμένα τεστ που υπάρχουν.
(σύμφωνα με το ICD – 10)
Τα χαρακτηριστικά των ατόμων με νοητική υστέρηση διαφοροποιούνται ανάλογα με το δείκτη νοημοσύνης.
Τα άτομα με ελαφριά νοητική υστέρηση πλησιάζουν τα φυσιολογικά παιδιά ως προς το βάρος και την κινητική λειτουργία, αλλά λόγω νευρολογικών προβλημάτων έχουν χαμηλή κινητική και φυσική κατάσταση. Επιπλέον ορισμένα παιδιά έχουν εγκεφαλική βλάβη και οργανικά προβλήματα, όπως προβλήματα όρασης και ακοής. Έχουν περιορισμένη ικανότητα στην αφηρημένη σκέψη και δυσκολεύονται να γενικεύσουν τις εμπειρίες τους, με αποτέλεσμα να προσκολλώνται σε κάποιες συγκεκριμένες σκέψεις. Μεγάλη δυσκολία, παρουσιάζουν επίσης και στην αντιληπτική τους ικανότητα (στην αναγνώριση της μορφής των αντικειμένων), στον προσανατολισμό στο χρόνο και στο χώρο. Ανάλογες δυσκολίες αντιμετωπίζουν και στην γλωσσική τους ανάπτυξη, στην ταξινόμηση αντικειμένων, στην εύρεση ομοιοτήτων και διαφορών, στην συγκέντρωση της προσοχής, στην οργάνωση της σκέψης, στη μνήμη και στη λειτουργική χρήση της φαντασίας τους.
Η μέτρια νοητική υστέρηση οφείλεται κυρίως σε βιολογικά αίτια, καθώς και σε ατυχήματα, τραυματισμούς ή μολυσματικές ασθένειες κατά την ενδομήτρια, την περιγεννητική, τη βρεφική ή και τη νηπιακή περίοδο. Έχουν εμφανή εξωτερικά χαρακτηριστικά (ύψος, βάρος, σωματική κατασκευή και χαρακτηριστικά προσώπου). Τα άτομα αυτά έχουν δυσκολίες στην αισθητηριακή τους εξέλιξη, δηλαδή ανεπάρκεια στην ανάπτυξη των αισθήσεων και στην αντιληπτικότητά τους. Επιπλέον έχουν προβλήματα αυτονομίας ως άτομα, αλλά και ως μέλη της οικογένειας και της κοινωνίας. Εξαιτίας διαταραχών του Κεντρικού Νευρικού Συστήματος η κινητική τους ικανότητα είναι φτωχή και χαρακτηρίζεται από προβλήματα στην αδρή και στη λεπτή κινητικότητα. επίσης παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα στην ακοή, στην όραση, στο λόγο και στην ομιλία (προβλήματα άρθρωσης, τηλεγραφικό λόγο, φτωχό λεξιλόγιο, χαμηλό επίπεδο κατανόησης εννοιών, φτωχή ακουστική διάκριση και προβλήματα στη γραμματική και συντακτική δομή μιας πρότασης). Παρ’ όλα αυτά αποκτούν σχολικές δεξιότητες, όπως ανάγνωση, γραφή απλών φράσεων ή μικρών κειμένων και απλές μαθηματικές πράξεις. Στον κοινωνικό τομέα μπορούν να επιτύχουν κάποιο βαθμό κοινωνικής υπευθυνότητας, να αποκτήσουν δεξιότητες αυτοεξυπηρέτησης, να αυτοπροστατεύονται, να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις του περιβάλλοντος και να συνεργάζονται. Ως προς τα επαγγελματικά μπορούν να προσφέρουν δουλειά με την επίβλεψη ενός άλλου ατόμου.
Τα άτομα με σοβαρή νοητική υστέρηση αποτελούν ένα μικρό ποσοστό στον πληθυσμό των ατόμων με νοητική υστέρηση και τα αίτια εμφάνισής της είναι κυρίως βιολογικά, αλλά δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις εμφάνισης βαριάς νοητικής λόγω τραυματισμών κατά την προγεννητική, περιγεννητική ή και μεταγεννητική περίοδο. Τα άτομα αυτά έχουν εμφανή εξωτερικά χαρακτηριστικά και συνήθως συνοδεύονται από σοβαρά προβλήματα (εγκεφαλική παράλυση, απώλεια ακοής ή όρασης και συναισθηματικές διαταραχές). Σοβαρά προβλήματα εντοπίζονται ακόμα και στην φυσική και κινητική τους ανάπτυξη. Υπάρχουν σημαντικές δυσκολίες και στο λόγο τους, καθώς είναι στοιχειώδης και με προβλήματα άρθρωσης.
Τα άτομα με βαριά νοητική υστέρηση έχουν πολύ σημαντικά προβλήματα σε όλους τους τομείς, δηλαδή στο λόγο, στην κινητική ανάπτυξη, στην επικοινωνία και στην αυτοεξυπηρέτηση.
Επιπλέον χαρακτηριστικά των ατόμων με νοητική υστέρηση, ανεξαρτήτως του βαθμού είναι:
- Χαμηλή φυσική κατάσταση (υπάρχει μικρότερη ηλικία έναρξης της γήρανσης σε αυτά τα άτομα και υψηλότερη συχνότητα θανάτου)
- Αποκλίσεις στη στάση του κορμού
- Υπερευκαμψία – οι αρθρώσεις είναι ασυνήθιστα εύκαμπτες και ιδίως αυτές των ισχίων και των κάτω άκρων, με αποτέλεσμα να τραυματίζονται πολύ εύκολα και να προκαλούν έλλειψη ισορροπίας
- Παχυσαρκία
- Μικρή μυϊκή δύναμη
- Προβλήματα νευρομυϊκής συναρμογής
- Ατελή κινητικά πρότυπα
- Δυσκολίες συντονισμού χεριού-ματιού, ματιού-ποδιού
- Δυσκολίες ισορροπίας του σώματος
- Αντίληψη του σώματος – αυτοεικόνα
Αίτια
Τα αίτια της νοητικής υστέρησης είναι ποικίλα και χωρίζονται σε τρείς κατηγορίες:
- Προγεννητικά αίτια (κατά τη διάρκεια της κύησης):
- κληρονομικοί παράγοντες
- χρωμοσωμικές ανωμαλίες, όπως το σύνδρομο Down
- ασθένειες της μητέρας κατά την κύηση
- ανωμαλίες του μεταβολισμού (PKU)
- ασυμβατότητα του Rh του αίματος της μητέρας με αυτό του εμβρύου
- ανοξία, (η κατάσταση κατά την οποία το σώμα ή ο εγκέφαλος ενός ανθρώπου σταματά να «παίρνει» οξυγόνο)
- διάφοροι τραυματισμοί που μπορεί να υποστεί η μητέρα κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης
- δηλητηριάσεις από μόλυβδο
- η κακή διατροφή της μητέρας, συμπεριλαμβανομένου και του καπνίσματος.
- Περιγεννητικά αίτια (την περίοδο από την 28η εβδομάδα της κύησης μέχρι και την 1η εβδομάδα ζωής του μωρού)
- ανοξία κατά τη διάρκεια της κύησης και του τοκετού
- τραυματισμοί του εγκεφάλου
- αιμορραγία στον εγκέφαλο
- πρόωρη γέννηση του εμβρύου.
- Μεταγεννητικά αίτια (μετά τη γέννησή του)
- οι μολυσματικές ασθένειες που μπορεί να μολύνουν το παιδί στο μαιευτήριο ή στο γενικότερο περιβάλλον του
- ατυχήματα – κυρίως στο κεφάλι του παιδιού
- υψηλός πυρετός
- μεταβολικές ανωμαλίες
- ψυχοκοινωνικοί παράγοντες, (όπως η ιδρυματοποίηση, το στερημένο εκπαιδευτικό και οικογενειακό του περιβάλλον και η συναισθηματική αποστέρηση).
Διάγνωση
Η διάγνωση της νοητικής υστέρησης και του βαθμού της πραγματοποιείται από ψυχολόγους πιστοποιημένους σε συγκεκριμένα ψυχομετρικά τεστ. Τα πιο γνωστά και συχνής χρήσης είναι τα:
WPPSI III → για παιδιά ηλικίας 2 ετών & 6 μηνών έως 7 ετών και 3 μηνών
WISC V → για παιδιά 6 ετών έως 16 ετών και 11 μηνών
WAIS IV → για έφηβους και ενήλικες (ηλικίας 16 ετών έως 90 ετών και 11 μηνών).
Όσο πιο έγκαιρα γίνει η διάγνωση της νοητικής υστέρησης και το παιδί ξεκινήσει το κατάλληλο θεραπευτικό πρόγραμμα τόσο πιο ωφέλιμο είναι για το παιδί, καθώς θα μπορέσει να σημειώσει σημαντική βελτίωση στους τομείς στους οποίους αντιμετωπίζει δυσκολίες.
Πηγές:
- Polloway, E.A. (1997) Developmental principles of the Luckasson et al. (1992) AAMR Definition of Mental Retardation: a retrospective. Education and Training in Mental Retardation and Developmental Disabilities, ΧΧ, 174-178.
- Καμπανάρου, Μ. (2007). Διαγνωστικά θέματα Λογοθεραπείας. Αθήνα, Εκδόσεις ΕΛΛΗΝ
- Πολυμεροπούλου, Β., “Νοητική Υστέρηση”.
Πηγές εικόνων: